GASΟΛΟΓΙΕΣ #744 | ΚΑΡΜΑ;
Τετάρτη, 14 Οκτωβρίου 2020
Ξέρουμε ότι τρελαίνεστε για κουφές αληθινές ιστορίες για αγρίους, για αυτό σήμερα σας έχουμε μία καταπληκτική, από αυτές που θα σας κάνουν να πείτε «αποκλείεται, από το μυαλό τους τα βγάζουν». Μάρτυράς μας όμως ο Χαρίλαος που ήταν μπροστά, ελάτε να τον ρωτήσετε αν θέλετε. Ταιριάζει πολύ και με αυτό που λέγαμε την προηγούμενη φορά, για την κατανόηση της αντίληψης των άλλων και την εμπιστοσύνη.
Γιατί η φετινή μοτοβόλτα, με αφορμή την κοπή της πίτας μας, ήταν η καλύτερη που έχει γίνει μέχρι τώρα; Αυτό αναρωτιόμουν πάνω στη μοτοσυκλέτα μου αργά το απόγευμα που επιστρέφαμε, γλυκά αποκαμωμένος από τη δημιουργική ένταση της ημέρας. Δεκάδες εικόνες έσκασαν στο μυαλό μου ως απάντηση, σαν δεκάδες κεράκια σε μια τούρτα από αυτά που σβήνεις και ανάβουν ξανά και ξανά μόνα τους.
Όχι δηλαδή πείτε μας, τυχαίνουν μόνο σε μας ή συμβαίνει και σε σας; Έρχονται που λέτε να μας πούν τα κάλαντα τα πιτσιρίκια την παραμονή των Χριστουγέννων, όχι ένα και δυο αλλά λαός πολύς γιατί όσο να ‘ναι, μαγαζί σε κεντρικό δρόμο, καταλαβαίνετε, και η κουτσή Μαρία περνάει, από κλαρίνα μέχρι boombox που θα ψάρωνε λοκάλι από το Bronx.
Από το λατινικό talis qualis προέρχεται η ιταλική λέξη, η οποία κυριολεκτικά σημαίνει «αυτός ο οποίος», αλλά μεταφορικά οι Ιταλοί (κι εμείς) την χρησιμοποιούμε ως «πανομοιότυπος», «φτυστός». Γιατί το λέμε αυτό;
Μπήκε σήμερα το πρωί ένας ευγενέστατος κύριος, ο οποίος επιθυμούσε να αλλάξει την εσωτερική επένδυση στο (ακριβό κάποτε) κράνος του. Όταν τον πληροφορήσαμε ότι η επένδυση στο συγκεκριμένο κράνος δεν είναι αφαιρούμενη και ως εκ τούτου δεν αλλάζει, πήρε ένα ανοιχτό κίτρινο χρώμα. Κοιτάξαμε το ταμπελάκι στο εσωτερικό του όπου αναγράφεται η ημερομηνία κατασκευής και διαπιστώσαμε ότι κατασκευάστηκε εννέα χρόνια και τρεις μήνες πριν
Το να έχει κάποιος άγνοια για ένα θέμα και να θέλει να μάθει είναι όχι μόνο απολύτως λογικό, αλλά και το ζητούμενο διότι έτσι εξελισσόμαστε σαν άνθρωποι, μέσα από τη γνώση. Το να έχει όμως κανείς άγνοια, να ακούει διάφορα σκόρπια από διάφορους ημιμαθείς, να σχηματίζει “ολοκληρωμένη” άποψη και να ορκίζεται κιόλας γι’ αυτήν, είναι από αστείο έως τρομακτικό.
Πραγματική ιστορία #3.465: σκάει στο μαγαζί τύπος και παρκάρει την σούπερ ντούπερ μηχανάρα του απ’ έξω πρώτη μούρη. Ψώνισε ό,τι ψώνισε και μετά χαζέψαμε το εργαλείο του (το δίτροχο): το “υπεράριστη κατάσταση” δεν λέει τίποτα. Εκτός του ότι ήταν διακοσμημένο με ό,τι χρυσό και ανθρακονημάτινο αξεσουάρ κυκλοφορεί στην πιάτσα, αστραφτοκοπούσε πιο πολύ κι από τη μέρα που το συναρμολόγησαν στο εργοστάσιο.
Μπαίνει χθες το πρωί τύπος στο μαγαζί για να χαζέψει ρούχα και αξεσουάρ. Προτιμούμε αυτούς που ψωνίζουν, αλλά και αυτοί που χαζεύουν μας αρέσουν γιατί χαζεύεις μία, χαζεύεις δύο, πού θα πάει, θα το πάρεις.
Ό,τι δουλειά κι αν κάνετε, δεν μπορεί, παράξενοι πελάτες θα σας έχουν τύχει. Από αυτούς που τους βλέπεις να μπαίνουν και σε πιάνει η καρδιά σου και αναστενάζεις από μέσα σου με ένα βαρύ “ωωωχ!” που μεταμορφώνεται σε άγχος που σε καταπλακώνει.
Φέρνει ένας φίλος τις προάλλες στο μαγαζί να δούμε τη μοτοσυκλέτα του για να του προτείνουμε διάφορα αξεσουάρ – ξέρετε τώρα, μανέτες αρθρωτές, αντίβαρα χρυσά, καθρέφτες μπάνικους και δε συμμαζεύεται. Βλέπω τα λάστιχά του, πιο τελειωμένα πεθαίνεις. Το πίσω ήταν πιο καραφλό από τον Γκουζγκούνη, το μπροστινό ρυτιδιασμένο σαν σάπια σταφίδα. “Μην ανησυχείς,” μου λέει, “έχω προγραμματίσει να τα αλλάξω τον Σεπτέμβριο για να έχω όλο τον χειμώνα μπροστά μου.” Όπα φίλε. Αμπραγιάζ.