Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορούν να σου συμβούν σε ένα ταξίδι τα οποία θα σε κάνουν να εκνευριστείς. Ένα απ’ αυτά είναι να έχεις μόλις πλύνει το μηχανάκι σου (πέντε ώρες γυάλιζες) και στο δεύτερο χιλιόμετρο να αρχίζει να βρέχει αφρικάνικη λάσπη. Ένα άλλο είναι η κοπέλα σου να σου χτυπάει τα πλευρά και το κράνος (τοκ, τοκ) υπονοώντας να πας πιο αργά ενώ εσύ δεν έχεις βάλει ακόμα τρίτη και το κοντέρ δείχνει σαράντα. Τίποτα όμως απ’ αυτά δεν είναι τόσο σπαστικό όσο το να σε πιάσει λάστιχο καταμεσής του δρόμου.
Γκαντεμιά! Μόλις σου έχουν κάνει σήμα να σταματήσεις και έχεις κάνει στην άκρη του δρόμου. Εάν δεν έτρεχες σαν βλάκας, δεν πέρασες κόκκινο φανάρι ή stop, δεν έχεις πιει δέκα κούπες και πέντε μπουκάλια τζόνι περπατηχτή στο γάμο του ξαδέρφου σου, φοράς κράνος, το μηχανάκι σου δεν ακούγεται μέχρι τις ακτές της Λιβύης και κουβαλάς όλα τα νόμιμα χαρτιά μαζί σου, είσαι μια χαρά.
“Γράψε για τις κοπέλες συνεπιβάτισσες στις μοτοσυκλέτες,” μου είπε το Μαράκι στο κομμωτήριο (που από αρκούδα προσπαθούν να με κάνουν ομορφόπαιδο). “Γιατί να ανέβω στη μοτοσυκλέτα; Δώσ’ μου ένα καλό λόγο.” Έλα μου ντε.
Όλα είναι ιδανικά τώρα την άνοιξη για τις τέλειες βόλτες με την μοτοσυκλέτα σου: ο καιρός είναι υπέροχος, οι δρόμοι σχετικά καθαροί, η διάθεση ανεβασμένη… Τι μπορεί να σου κάνει τα νεύρα τσατάλια; Μα φυσικά τα άτιμα τα ζουζούνια, τα κουνούπια, τα μυγάκια και όλα αυτά τα ιπτάμενα @#$*ζωύφια που πέφτουν πάνω στη ζελατίνα με αποτέλεσμα να μη βλέπεις διάλε το δώρος.
Ξύπνα ντουντούκο, καλοκαίριασε. Ανέβα στην μοτοσυκλέτα σου, φόρτωσε το κορίτσι, πάρε και κανέναν φίλο άμα θέλεις και πάμε στο Αστεροσκοπείο του Σχοίνακα. Τι “ποιο αστεροσκοπείο;” ρε, δεν ήξερες ότι έχουμε στην Κρήτη; Κι όμως υπάρχει ένα τέτοιο, στα 1760 μέτρα ψηλά πάνω στον Ψηλορείτη.
Θες να πας ταξιδάκι με τη μοτοσυκλέτα σου στο εξωτερικό αλλά εδώ και χρόνια δεν μπορείς να ψήσεις κανέναν από τους κολλητούς σου και δεν έχεις παρέα; Σε κολλάει το γεγονός ότι οι μόνες αγγλικές λέξεις που ξέρεις είναι “άη λοβ γιου μωρή” και “πάρκινγκ”;
Η ολοκαίνουργια μοτοσυκλέτα που έχεις παρκαρισμένη έξω από το σπίτι σου αστράφτει καθώς μόλις τελείωσες το τρίτο γυάλισμα για σήμερα. Φυσικό είναι, αφού έχεις ξοδέψει τόσες χιλιάδες ευρώ για το καμάρι σου να θέλεις να το περιποιηθείς. Τι θα κάνεις με τον κινητήρα όμως; Θα τον στρώσεις ή όχι, και αν ναι πως;
Είναι πολύ εύκολο να αναγνωρίσεις έναν γνήσιο μηχανόβιο. Και λέμε γνήσιο γιατί υπάρχουν και οι ιμιτασινόν, οι ντεμέκ, οι τάχα μου μοτοσυκλετιστές, που καβαλάνε τελείως προσωρινά επειδή γίνονται πρώτες μούρες και μπορεί ίσως επιτέλους να τους κάτσει και κανένα γκομενάκι.
Και πως θα κλειδώνεις τώρα το καινούργιο σου εργαλείο για να μη στο φάνε μπαμπέσικα κάτω από το σπίτι; Έχεις τσιρηθεί απάνω σου και μόνο στην ιδέα ότι μπορεί κάποια στιγμή να μη δεις την πανάκριβη μοτοσυκλέτα σου εκεί που την είχες παρκάρει, ενώ φαντάσου να πληρώνεις ακόμα δόσεις και ούτε καν να την έχεις.
Δύο χρόνια σχεδόν στα Χανιά και είναι η πρώτη φορά που βλέπω να συμβαίνει κάτι συλλογικό στο χώρο της μοτοσυκλέτας (αντίθετα με άλλους νομούς, όπως το Ρέθυμνο και το Ηράκλειο, όπου η λέσχες τους πετάνε). Προφανώς έχουν γίνει πολλά πράγματα στο παρελθόν, όμως για διάφορους λόγους κάποια στιγμή πάγωσε κάθε συλλογική μοτοσυκλετιστική δραστηριότητα.