Έχετε προσέξει τον κύκλο του έρωτα; Στην αρχή φαντασιωνόμαστε το τέλειο γκομενάκι, το οποία ασφαλώς είναι (νομίζουμε) το καλύτερο που κυκλοφορεί. Μετά κάθεται η φάση και ο ενθουσιασμός είναι άκρατος. Ύστερα αρχίζουν τα χαριτωμένα και μετατρέπονται σε μικρούς εφιάλτες με σχεδόν σίγουρο το δίλλημα στο τέλος:
Πότε πέρασαν έξι χρόνια πραγματικά δεν μπορούμε να το καταλάβουμε. Η γέννηση της ιδέας σε μια παραλία της Σούγιας, η εύρεση και ενοικίαση του καταστήματος, τα μαστόρια, η άφιξη των πρώτων εμπορευμάτων, η πρώτη απόδειξη από την ταμειακή… Πιο πολύ σαν εξάμηνο μας φαίνεται να έχει περάσει, παρά έξι χρόνια.
Εξηγούσαμε προχτές σε έναν κύριο πως λειτουργεί το καινούργιο του καταπληκτικό κράνος - ωραίος τύπος, ενημερωμένος, ευγενικός, χαμογελαστός, με έναν αέρα ποιότητας που σπάνια πια συναντάς απέναντί σου και όταν τον βλέπεις χαίρεσαι εξ’ ανακλάσεως.
GASΟΛΟΓΙΕΣ #455 | ΖΑΜΑΝ ΦΟΥ
Παρασκευή, 19 Ιουνίου 2020
Πανέμορφος, λεβέντης, καμαρωτός πάνω στη μοτοσυκλέτα μου, πάω στο σπίτι του γαμπρού εδώ στην πόλη για να τον ντύσουμε οι κολλητοί του. Φοράω λινό μπεζ παντελονάκι, άσπρο πουκαμισάκι, μπεζ μούρλια καλοκαιρινό μπουφανάκι μοτοσυκλέτας, διάτρητο μην πάω λούτσα στον ιδρώτα. Η ζωή είναι ωραία. Πάνω στην ευτυχία μου και την καλή διάθεση, ο οδηγός στο αυτοκίνητο που προπορεύεται μπροστά μου αποφασίζει να βάλει το αυτόματο σύστημα των υαλοκαθαριστήρων για να καθαρίσει το παρμπρίζ του.
Τι κάνει ένα πάρτι αξέχαστο; Τώρα που το σκέφτομαι, θυμάμαι που με είχαν ποτίσει κάτι κούπες και λιποθύμησα την ώρα που χόρευα, ενώ μετά με φόρτωσαν σαν τσουβάλι σε ένα αγροτικό και με γύρισαν πίσω – δεν εννοούμε όμως να έχουμε γίνει ρόμπα “αξέχαστο”, αλλά να έχουμε περάσει φανταστικά.
Όταν πριν από τρία χρόνια σχεδιάζαμε το ετήσιο t-shirt μας σε γαλάζιο χρώμα με λευκή εκτύπωση την Γη και μότο το “LIVE GAS” σαφώς είχαμε επηρεαστεί από τους φίλους και πελάτες του GAS που είτε παρέα μας, είτε μόνοι τους φόρτωναν δεκάδες χιλιάδες χιλιόμετρα στις μοτοσυκλέτες τους από ταξίδια στην Ελλάδα, στην Ευρώπη, αλλά και διηπειρωτικά ταξίδια σχεδόν σε όλο τον κόσμο.
Φέρνει ένας φίλος τις προάλλες στο μαγαζί να δούμε την μοτοσυκλέτα του για να του προτείνουμε διάφορα αξεσουάρ – ξέρετε τώρα, μανέτες αρθρωτές, αντίβαρα χρυσά, καθρέφτες μπάνικους και δε συμμαζεύεται. Βλέπω τα λάστιχά του, πιο τελειωμένα πεθαίνεις. Το πίσω ήταν πιο καραφλό από τον Γκουζγκούνη, το μπροστινό είχε πιο πολλές ρυτίδες από την προγιαγιά της λάλης μου που έφυγε εκατόν πέντε χρονών.
Δύο φορές την εβδομάδα πηγαίνω με την μοτοσυκλέτα μου από τα Χανιά στον Πλατανιά, την δεύτερη χειρότερη ώρα της ημέρας – στις έξι και μισή το απόγευμα. Η απολύτως χειρότερη ώρα είναι στις τρεις το μεσημέρι, όπου όλοι ξαμολιούνται στις παραλίες κουρασμένοι από την πρωινή εργασία, νταγκλαρισμένοι από το φαγητό και λαλημένοι από τη ζέστη.
Μας ευχαριστεί πάρα πολύ που βλέπουμε πολλούς νέους μπαμπάδες και μαμάδες να ενδιαφέρονται για κρανάκι των παιδιών τους και ρωτάνε με μεγάλο ενδιαφέρον τις διαφορές στα υλικά και την ποιότητα. Όχι πως δεν βλέπουμε πια τα γνωστά τρικάβαλα με το παιδί “σάντουιτς” ανάμεσα στο μπαμπά και τη μαμά ή το παιδί όρθιο πάνω στην ποδιά του σκούτερ ή το παπιού έτοιμο να γίνει ο αερόσακος του πατέρα του, αλλά τέλος πάντων είναι πολύ πιο αραιά τα κουτά αυτά κρούσματα.
Πλένεις το μηχανάκι στην αυλή με λάστιχο και σαπουνάδα και μετά το βλέπεις και χαμογελάς. Το πας την επόμενη φορά σε κάποιον επαγγελματία μερακλή που ξέρει τα μυστικά του πλυσίματος (ο Vasilis είναι ένας απ’ αυτούς, ψάχτε τον) και το παίρνεις και κλαις γιατί δεν το αναγνωρίζεις: ούτε καινούργιο δεν ήταν έτσι. Γιατί δεν μπορείς να το πετύχεις κι εσύ; Διότι δεν εκμεταλλεύεσαι τη βοήθεια της χημείας. Άκου και σημείωνε: